πικούλ

πικούλ
το, Ν
άκλ. μετρολ. ονομασία διαφόρων μονάδων βάρους τής Κίνας και τής νοτιοανατολικής Ασίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μαλαισ. pikul «κρατώ βαρύ φορτίο»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”